Τ’ άλικο αίμα της καρδιάς μου
μαζί με χιλιάδες λέξεις Ελευθερίας
που ποτέ δεν τόλμησα να ξεστομίσω
χύνεται τώρα αφειδώλευτα απ’ το στόμα μου
Πληγώθηκα σ’ ένα αντιφέγγισμα πυρός
Οι πόθοι μου ταξιδεύουν τώρα
προς ένα καλύτερο κόσμο χωρίς υποτέλεια
Άδικα στη ζωή μου έψαχνα να βρω
το νερό της αθανασίας
Μια λάθος στιγμή
μου έδειξε πόσο θνητός είμαι
Πως κι εγώ μπορώ να μιλήσω
με το φως της τελευταίας μοναξιάς μου
Τ’ άλικο χρώμα της καρδιάς μου
αποχρωματίζει τα όνειρα και τους πόθους μου
Λερώνει την αυγή
που αδιάφορα έρχεται να με ντύσει
με τα ενδύματα του έσχατου αποχαιρετισμού
Τώρα μόνο η σιωπή και η εγκατάλειψη αφυπνίζονται
Θλιμμένες προσευχές δεν πρόκειται ν’ ακούσω
και ο χρόνος φυσάει παγωμένος άνεμος
Τ’ άλικο μοιρολόγι της καρδιάς μου
άηχο βγαίνει απ’ τα στήθη του πρωινού
Περιδιαβαίνει για λίγο στο πεδίο της μάχης
μα χάνεται ανούσια
ανάμεσα στις ιαχές των συμπολεμιστών μου
που μ’ ένα λάβαρο στα χέρια κι ένα καρυοφύλλι
έσβησαν πριν πολύ καιρό
Τώρα επάνω στο άψυχο κορμί μου
στήνει τρελό χορό ο θάνατος,
τυλίγοντάς με με το σεντόνι της αιώνιας λήθης
Μα θα έρθουν πάλι καιροί
που θα σηκωθεί η γαλανόλευκη
επάνω απ’ τις κορυφές των βουνών
και των αστείρευτων πόθων για Ανεξαρτησία