Από παλιά θυμάμαι τον εαυτό μου να γράφει , λάτρευα τις εκθέσεις ανεξαρτήτου θέματος. Ξεκίνησα από μια απλή πρόταση που με δυσκολία έγραφα, γεμάτη ορθογραφικά λάθη. Σιγά σιγά άρχισα να μην κάνω λάθη, να μην γράφω μία πρόταση, να μπορώ να εκφράζομαι με πιο πλούσιο λεξιλόγιο. Όλα αυτά έγιναν εξαιτίας της μητέρας μου που πίστευε σε εμένα και για να με βοηθήσει έκατσε και η ίδια της και διάβαζε για να φτάσω εγώ σε αυτό το σημείο, να υπάρχουν γραπτά μου σε αυτό το περιοδικό.
Αυτό που μου άρεσε όταν μας έβαζαν εκθέσεις ήταν ότι η φαντασία μου κάλπαζε την ώρα που έγραφα. Ταξίδευα σε κόσμους που κανένας δεν έχει πάει, γνώριζα άτομα που είναι άγνωστα στους υπόλοιπους, εξέφραζα γνώμες χωρίς να ακολουθώ τον συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης του καθηγητή παρά μόνο τον δικό μου, χωρίς να περιορίζεται το παιδικό μου μυαλουδάκι.
Μεγαλώνοντας όλα άλλαξαν. Δεν περίμενα πότε μια τέτοια αλλαγή. Δεν ήξερα ότι πρέπει να έχουμε όλοι μια κοινή άποψη και να πρέπει να την υποστηρίξουμε είτε μας αρέσει είτε όχι. Να έχουμε όλοι έναν κοινό τρόπο ανάπτυξης. Δεν καταλαβαίνω γιατί να μην μπορεί να εκφραστεί ο καθένας με τον δικό του τρόπο ώστε να υποστηρίξει με επιχειρήματα τις δικές του απόψεις. Άλλωστε, αυτό δεν είναι η έκθεση; Αν όχι, η σημασία της έκθεσης χάνει την αξία της. Μέσα από αυτήν αποτυπώνουμε τον χαρακτήρα μας, που πλέον παύει να είναι ξεχωριστός και να διαφέρει από των υπολοίπων. Άραγε, εμείς οι έφηβοι θα πάρουμε ποτέ μια ικανοποιητική απάντηση για αυτό το θέμα;