Την Ελισσάβετ Χρυσοπούλου τη γνωρίσαμε ως ποιήτρια μέσα από τις δύο ποιητικές της συλλογές. Με το νέο της βιβλίο «Όσο να πιεις έναν καφέ» μας συστήνεται εκ νέου, αυτή τη φορά ως πεζογράφος, στον χώρο της μικρομυθοπλασίας.
Ο τίτλος του βιβλίου, πρωτότυπος και ευφάνταστος, είναι δηλωτικός του περιεχομένου του. Πρόκειται για μια συλλογή τριάντα μικροδιηγημάτων, ιστοριών μιας ανάσας, που διαβάζονται μονορούφι, όσο να πιεις έναν καφέ.
«Κάτσε να κεράσω έναν καφέ να τα πούμε», είναι σαν να μας προσκαλεί η συγγραφέας σε κάθε αφήγησή της. Κι ο αναγνώστης με το φλυτζάνι στο χέρι αφήνεται στη μαγεία της εξιστόρησης, απολαμβάνοντας ιστορίες καθημερινές, οικείες, ιστορίες ανθρώπων της διπλανής πόρτας, από αυτές που συμβαίνουν στους άλλους, αλλά τελικά αφορούν αυτόν τον ίδιο, αφού εύκολα αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα σε αυτές και ταυτίζεται με τους ήρωες.
Κι ενώ χαρακτηρίζονται ως «ιστορίες του καφέ», δεν πρέπει να θεωρηθούν ως λόγια ελαφρά, επιπόλαια και επιδερμικά, λόγια του αέρα που λέγονται όσο να πιεις το καφεδάκι σου και ξεχνιούνται στη στιγμή. Αντιθέτως. Τις ιστορίες διατρέχουν αλήθειες διαχρονικές, πανανθρώπινες, που εκφράζονται με λόγο απλό, λιτό, ανεπιτήδευτο, σχεδόν προφορικό κι άλλες φορές λυρικό και ποιητικό, με ανεπιτήδευτη ειλικρίνεια, ανυπόκριτη αυθεντικότητα και φιλοσοφική διάθεση.
Η συγγραφέας με ματιά διεισδυτική ξετυλίγει το κουβάρι των ανθρώπινων σχέσεων και εστιάζει στην ανθρώπινη φύση και τον σκοπό της ύπαρξής της. Ελπίδες, όνειρα, αισιοδοξία, απαισιοδοξία, ματαιώσεις, ακυρώσεις, απογοητεύσεις, προσδοκίες, αγάπη, φιλία, έρωτας… συνθέτουν τη θεματολογία της συλλογής καταδεικνύοντας τη τραγικότητα και θνητότητα της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι ήρωες περιβάλλονται με ιδιαίτερα αγάπη από τη συγγραφέα- δεν είναι τυχαίο που τα περισσότερα διηγήματα φέρουν ως τίτλο το όνομα της ηρωίδας, πχ. Τίνα, Ξένια, Έμι, Μαίρη, Νάντια- και τοποθετούνται σε υποβλητικά σκηνικά (ερημικές παραλίες, σκοτεινοί δρόμοι, πλατείες), σχεδόν κινηματογραφικά, που εντείνουν τις υπαρξιακές αγωνίες των πρωταγωνιστών και τη συναισθηματική μέθεξη του αναγνώστη.
Γραφή ρεαλιστική από την οποία δεν απουσιάζουν και στοιχεία μαγικού ρεαλισμού όπως διακρίνουμε στο «Τα κέρματα» και το αριστουργηματικό «Το Γεράκι». Αν και επιλέγεται κυρίως η τριτοπρόσωπη αφήγηση ως μία εκ του ασφαλούς αφηγηματική τεχνική που επιτρέπει την αναγκαία απόσταση από τα δρώμενα, όταν η συγγραφέας τολμά να πειραματιστεί και με άλλες τεχνικές όπως η πρωτοπρόσωπη αφήγηση κι ο διάλογος, το αποτέλεσμα δικαιώνει τον πειραματισμό θυμίζοντας αριστοτεχνική θεατρική γραφή.
Παραθέτω ένα μικρό δείγμα γραφής:
-Τι θα έκανες, Παύλο, αν σου έλεγα ότι είναι η τελευταία νύχτα στον κόσμο;
-Μα για στάσου, κορίτσι μου. Και συ την ίδια ερώτηση μου κάνεις; Σήμερα όλη μέρα στο γραφείο μού έκαναν την ίδια ερώτηση όλοι οι συνάδελφοι που συνάντησα.
-Θέλεις να πεις ότι εσύ δεν το ξέρεις;
-Το ξέρω, αλλά δε θέλω να το πιστέψω.
-Και δε θα μου έλεγες τίποτα, Παύλο, εάν δε σε ρωτούσα;
-Και τι νόημα θα είχε εάν σου το έλεγα; Ίδιο δε θα ήταν το αποτέλεσμα; Θα κάνουμε κάτι διαφορετικό τώρα που το ξέρουμε; Τι νόημα θα είχε άλλωστε; Ή μήπως να χορεύαμε ένα τελευταία ταγκό, ή να μαγειρεύαμε το αγαπημένο μας φαγητό, αυτό θα ήθελες να κάνουμε; (σελ. 42, Η τελευταία νύχτα στον κόσμο)
Η συλλογή διηγημάτων «Όσο να πιεις έναν καφέ» της Ελισσάβετ Χρυσοπούλου κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μολύβι. Ευχόμαστε ολόψυχα να είναι καλοτάξιδη και ανυπομονούμε για τη συνέχεια…