Στέκομαι όρθιος στην αυλή των αναμνήσεων
Σιωπηλά πρόσωπα αλλόμορφων
περιφέρουν τον επιτάφιο των ονείρων μου
Δραπετεύω μαζί με το κιβούρι τους
στην ενδοχώρα της μοναξιάς
Με τυλίγουν με τα χέρια τους δίδυμα φεγγάρια
Με περικυκλώνουν σκιές αλλόκοσμων
Κυνηγημένος κρύβομαι στον κήπο της Γεθσημανή
Θα πιω το πικρό ποτήρι των αποτυχιών μου
Θα ξεθάψω τα μεγάλα μου μυστικά,
γυρεύοντας ανθρώπους να τους τ’ αφήσω
ακριβή κληρονομιά μου
Ύστερα θα περάσω μέσα απ’ τον κλοιό
των ανεκπλήρωτων μου πόθων
πριν η αποτρόπαιη κουστωδία τους
με σταματήσει στο δρόμο
προς τους ουράνιους Εμμαούς
μετά το απρόσμενο θαύμα της Ανάστασής μου
και μου στερήσει την Ανάληψη