ΓΡΑΦΕΙΝ

54

Και τί όμορφα τα δύο γεροντάκια. Πόσο γλυκά και αστεία κατέβαιναν από το λεωφορείο σχεδόν σαν σε αργή κίνηση. «Ας τους δώσω λίγο χρόνο», «το δικαιούνται» σκέφτηκα. Ήταν ο σοβαρός και καλοντυμένος κύριος που κρατούσε απαλά τη σύζυγό του και τη βοηθούσε να κατεβούν και όχι το αντίθετο. Εικόνα ανάστροφη της συνηθισμένης, γι’ αυτό και μου τράβηξε την προσοχή.

Εννέα στις δέκα περιπτώσεις σε αυτές τις ηλικίες, είναι η σύζυγος η ‘κοτσονάτη’ και ο σύζυγος ο υποβασταζόμενος.

Έγειρα το λεωφορείο, το έσβησα και άφησα τις πόρτες ανοικτές.

Το 54 είχε τελειώσει και δεν υπήρχε λόγος να βιαστώ να το επιστρέψω. Ήμουν διαλυμένος από τις δύο δουλειές που έκανα και στην Lorettoplatz έτσι κι αλλιώς δεν υπήρχε ψυχή. Η άδεια στάση δηλαδή μόνο, το μεγάλο γραφείο τελετών απέναντι, το κλειστό ανθοπωλείο, περιμετρικά δημόσιοι κήποι και τα σπίτια της γειτονιάς.

Και πόσο όμορφη εικόνα να τους βλέπεις, σοβαρούς και συγκεντρωμένους, να προσπαθούν να κατεβούν από το λεωφορείο, δίνοντας ο ένας οδηγίες στον άλλον.

«Σιγά, σιγά» τους έγνεψα. «Έχουμε όσο χρόνο χρειάζεστε».

«Σ΄ ευχαριστούμε, νεαρέ» μου απάντησαν και αφού βγήκαν, κάθισαν και οι δύο για λίγο στο παγκάκι. Εκείνος ακούμπησε δίπλα την ρεπούμπλικα και βγάζοντας από την κρεμαστή δερμάτινη τσάντα του ένα μάλλινο κασκόλ, το τύλιξε προσεκτικά γύρω από την πλάτη και το στήθος της. Ήταν πολύ όμορφοι με έναν τρόπο διαφορετικό, κινηματογραφικό και σίγουρα φορούσαν και οι δύο «τα καλά τους».

«Ε, δεν είμαι και τόσο νεαρός» του είπα και ανταπέδωσα την ευχαριστία.

«Δεν είστε και τόσο νέος;» Με ρώτησε, με βραχνή φωνή απορώντας και χαμογέλασε. Φαινόταν για άνθρωπος που έχει ζήσει πολλά και σίγουρα θα σκέφτηκε να μου πει αρκετά για τη ζωή και την ηλικία μου, αλλά ούτε η στιγμή, ούτε ο τόπος, ούτε και η οικειότητα μας το επέτρεπαν.

Σηκώθηκε και παίρνοντας το καπέλο του βοήθησε τη σύζυγό του να σταθεί κι εκείνη όρθια και συνέχισε να την κρατά με προσοχή μέχρι να σιγουρευτεί ότι πατά σταθερά στα πόδια της και μπορούν με ασφάλεια να συνεχίσουν.

Τα λευκά της μαλλιά, τα ρούχα, το καλσόν και τα καλά της παπούτσια, ήταν όλα προσεγμένα και στην εντέλεια. Σίγουρα εκείνος τη βοηθούσε να ντυθεί και τη φρόντιζε. Ήταν πολύ τρυφερή η εικόνα.

Ξεκίνησαν να περπατούν χέρι – χέρι, μέχρι που στο επόμενο στενό χάθηκαν σιγά – σιγά πίσω από έναν φράκτη.

Εγώ ανασήκωσα κυκλικά τους ώμους για να ξεπιαστώ, άναψα τσιγάρο και κάθισα στην θέση της ρεπούμπλικας. Χαζεύοντας το αραγμένο λεωφορείο και έχοντας την εικόνα τους στο μυαλό μου, θυμήθηκα την αγάπη που είχα για τους ανθρώπους των μεγαλύτερων ηλικιών. Θυμήθηκα πόσο τους θαύμαζα, πόσο τους σεβόμουν και πόσο ενδιαφέρον πίστευα ότι είχαν. Έμπαινα στις συζητήσεις τους με κάθε ευκαιρία ή στεκόμουν κοντά να τους ακούω να μιλούν. Επιδίωκα συναναστροφή, σε γιορτές και εκδηλώσεις, ακούγοντας προσεκτικά ιστορίες από το παρελθόν, παρατηρώντας τρόπους σκέψης και μαθαίνοντας πράγματα κάποιες φορές που πλήρως αγνοούσα. Περνώντας τα χρόνια όμως οι άνθρωποι «με ενδιαφέρον» άρχισαν να λιγοστεύουν. Η γελοιότητα ήταν συνήθως χαρακτηριστικό που επικρατούσε της ωριμότητας και στα 35 μου περίπου είχα ήδη πια χάσει τη διάθεση για επικοινωνία. “Σοβαρότης μηδέν”, έλεγα από μέσα μου και αυτομάτως αισθανόμουν και μια ελαφρά αποστροφή.

Αυτόν τον παλιό, ειλικρινή ζήλο για επαφή με το αξιοπρεπές και το σοβαρό ξύπνησε μέσα μου ο ηλικιωμένος κύριος που μόλις είχα συναντήσει.

Και θα ήταν πολύ όμορφο να ξυπνώ κι εγώ τέτοια συναισθήματα στους νέους που θα συναντώ.

Σου άρεσε;

Διάλεξε τα αστέρια που επιθυμείς!

Μέσος όρος 4.8 / 5. Σύνολο ψήφων: 50

Δεν υπάρχουν ψήφοι! Γίνε ο πρώτος που θα βάλει αστεράκια.

Σταύρος Μάλλιος

Ο Σταύρος είναι ένας καθημερινός άνθρωπος χωρίς εκπαίδευση στην συγγραφή και χωρίς ιδιαίτερες ακαδημαϊκές γνώσεις. Τα σύντομα διηγήματά του είναι συνήθως βιωματικά και αφορούν σε διάφορες περιόδους της ζωής του.

error: www.grafein.gr