ΓΡΑΦΕΙΝ

Ένας αδέσποτος γάτος

Πέρασα την πύλη και μπήκα στο πάρκο. Οι γιγαντόσωμοι φύλακες με κοίταξαν περίεργα, αλλά δεν έκαναν καμιά προσπάθεια να με ελέγξουν. Έτσι χαρούμενος προχώρησα προς τη λίμνη. Εκεί είχε  πολλά πουλιά που έκαναν τη βόλτα τους γύρω απ’ αυτήν και μάλιστα μερικά τσαλαβουτούσαν στα ήρεμα νερά της. Όλο και θα είχα την ευκαιρία να αρπάξω κάποιο απ’ αυτά σκέφθηκα και μου έτρεξαν τα σάλια. Είχα να φάω δύο ημέρες και αυτή ήταν η τελευταία μου ελπίδα. Πλησίασα κοντά τους, μα την ώρα που ήμουν έτοιμος να αρπάξω ένα λευκό περιστέρι με πρασινωπές φτερούγες, ήρθαν τρέχοντας τρία μικρά παιδιά με τους γονείς τους και μου χάλασαν τα σχέδια.

Άρχισαν να παίζουν με τα περιστέρια  και έτσι απογοητευμένος προχώρησα παραπέρα. Πέρασα μπροστά από τις κούνιες και έφθασα κάτω από ένα μεγάλο δένδρο. Επάνω του υπήρχαν μικρά πουλιά  και σκαρφάλωσα μήπως και πιάσω κανένα. Μα τίποτα. Μόλις με αντιλήφθηκαν, πέταξαν ακόμη πιο ψηλά. Η κοιλιά μου γουργούριζε και οι δυνάμεις μου λιγόστευαν. Κατέβηκα από το δένδρο και λυπημένος περιπλανιόμουν επάνω στο γρασίδι, όταν μυρωδιές από λουκάνικο και τυρί μου τρύπησαν τα ρουθούνια. Τις ακολούθησα και δεν άργησα να βρεθώ σ’ ένα μεγάλο αναψυκτήριο. Παντού υπήρχαν τραπεζάκια με καρέκλες και καθισμένοι πελάτες, τα περισσότερα μικρά παιδιά με τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους, απολάμβαναν το φαγητό τους.

Μπήκα μέσα στο κτίριο και πλησίασα στην κουζίνα. Λουκάνικα, τυριά, σαλάμια, τόσες λιχουδιές επάνω στον πάγκο. Αλλά πώς να τα πλησιάσω; Μία χοντρή γυναίκα με πήρε χαμπάρι και μου έδωσε μια κλωτσιά και βρέθηκα έξω, στα τραπεζάκια με τους πελάτες.  Ξαφνικά, είδα ένα λουκάνικο πεσμένο κάτω από το τραπέζι. Πιο πέρα άλλο ένα κομμάτι μισοφαγωμένου τοστ. Πλησίασα και τα έφαγα γρήγορα. Τα παιδιά γελούσαν και έκαναν χειρονομίες. Άκουσα ένα αγόρι να φωνάζει με δυνατή απαιτητική φωνή.

– Παππού θέλω παγωτό, δεν θέλω άλλο σάντουιτς.
– Πρώτα θα το φας όλο και μετά θα πάρουμε παγωτό, απάντησε η γιαγιά.
– Όχι, δεν θέλω να φάω άλλο, ούρλιαζε ο μικρούλης και πέταξε το σάντουιτς μακριά.

Χαρούμενος έτρεξα και το άρπαξα στο στόμα μου. Πήγα λίγο απόμερα και το έφαγα. Ήταν τόσο ωραίο και χορταστικό. Από μακριά είδα το λιλιπούτειο αγόρι να τρώει λαίμαργα το παγωτό του. Τον ευχαρίστησα με το βλέμμα μου, αλλά αυτός ήταν τόσο απορροφημένος με το παγωτό του που δεν αντιλήφθηκε τίποτα.

Χορτάτος και ικανοποιημένος, πήρα τον δρόμο για τη δική μου γειτονιά.

Σου άρεσε;

Διάλεξε τα αστέρια που επιθυμείς!

Μέσος όρος 4.8 / 5. Σύνολο ψήφων: 16

Δεν υπάρχουν ψήφοι! Γίνε ο πρώτος που θα βάλει αστεράκια.

Βέτα Χρυσοπούλου

Η Ελισσάβετ Χρυσοπούλου γεννήθηκε και ζει στην Καλαμαριά. Aπό μικρή της άρεσε να ξεδιπλώνει τις σκέψεις της στο χαρτί. Έχει εκδώσει την ποιητική συλλογή "Θάλασσα" (Εκδόσεις Μολύβι). Ακολουθεί και η δεύτερη ποιητική συλλογή "Συναισθήματα". Γράφει μικροδιηγηματα και παρακολουθεί μαθήματα δημιουργικής γραφής.

error: www.grafein.gr