– Άουτς… πρόσεχε τις κινήσεις σου, με πονάς, είπε εκνευρισμένος ο Σνόλα!
– Προσπαθώ, του απάντησε με ενθουσιασμό η Αλίκη.
Ήταν μια χιονισμένη μέρα του χειμώνα. Η αγαπημένη εποχή της Αλίκης. Η Αλίκη ήταν ένα μοναχικό κοριτσάκι, 7 χρονών. Δεν είχε σχεδόν κανένα φίλο. Και λέω σχεδόν γιατί ο μοναδικός της φίλος ήταν ο χιονάνθρωπος, ο Σνόλα. Ο Σνόλα, λοιπόν, είχε μόνο ένα αρνητικό: επισκεπτόταν την Αλίκη μόνο κάθε χειμώνα, όταν χιόνιζε.
– Μα γιατί έρχεσαι μόνο όταν χιονίζει;
– Δεν μ΄ αρέσουν οι άλλες εποχές, με λιώνουν!
– Ναι αλλά μου λείπεις, είμαι συνέχεια μόνη μου… Του είπε παραπονεμένα, βάζοντας κι άλλο χιόνι στο σώμα του
– Ειιι, φτάνει με έκανες πολύ παχουλό. Δεν τρώω τόσο…
– Θα σου βάλω πολύ χιόνι για να μην μπορέσει ο ήλιος να σε εξαφανίσει.
– Είναι αλήθεια πως ο ήλιος δεν με συμπαθεί και θα κάνει τα πάντα για να με λιώσει. Γι’ αυτό είναι μάταιο να προσπαθείς. Έλα τώρα να παίξουμε, δεν έχουμε πολύ χρόνο.
– Μα δεν θέλω να φύγεις. Θα με ξεχάσεις και μετά δεν θα έρχεσαι ούτε τον χειμώνα.
– Όταν φεύγω δεν σημαίνει ότι δεν σε σκέφτομαι. Πηγαίνω πάνω στον ουρανό και σε βλέπω από εκεί. Πάντα σε πρόσεχα μικρή μου, από την μέρα που γεννήθηκες…
– Μου υπόσχεσαι ότι θα έρχεσαι κάθε χειμώνα;
– Μπορεί να έρχομαι μόνο όταν χιονίζει , αλλά να ξέρεις ότι θα είμαι για πάντα μέσα στην καρδιά σου… Βάλε μου τώρα τα χέρια μου να παίξουμε.
– Τι παράξενο… τα ίδια λόγια μoύ έλεγε και η μητέρα μου πριν πεθάνει από καρκίνο, είπε χαμογελώντας η ορφανή Αλίκη, η οποία έχει χάσει την μητέρα της πριν ένα χρόνο και ο πατέρας της την είχε παρατήσει. Ζει, πλέον, σ’ ένα ορφανοτροφείο έχοντας για παρέα τον Σνόλα, ο οποίος ποιος ξέρει ίσως και να είναι η…