Ζεστή καρδιά
Θα μπορούσε, κάλλιστα, να είναι το προσωνύμιό της. Το πραγματικό της όνομα δεν το γνώριζα. Την είχαμε δει για πρώτη και τελευταία φορά στην εξώπορτα του ιατρείου μικρών ζώων που διατηρούσε. «Αν την κουρέψετε, να της φορέσετε ζακετάκι», μας τόνισε ντύνοντάς μας ζεστά με το βλέμμα και το χαμόγελό της. Την επομένη (μια μέρα παράλογα κρύα για την εποχή) μάθαμε πως η καρδιά της σταμάτησε ξαφνικά καθώς κοιμόταν.
Διαρρήκτες
Είχε τρυπώσει από το σπασμένο παράθυρο της θέσης του οδηγού και κοιμόταν τυλιγμένη ολόκληρη με μια κουβέρτα. Στο πάτωμα κοντά της, από την μεριά των ποδιών, υπήρχε μια παχύρρευστη μάζα αφοδευμάτων. Αργότερα έμαθα ότι το παράθυρο δεν το είχε διαρρήξει η ίδια, αλλά ο καταδότης της, μήνες νωρίτερα, καθώς ήθελε να απομακρύνει το παρατημένο όχημα από τη φάτσα του μαγαζιού του.
Καλειδοσκόπιο
Πάνω από μια πόρτα, σε μια σκοτεινιά, ήταν κρυμμένο ένα περιστέρι. Θρηνούσε. Πραγματικά το άκουγα να κλαίει καθώς περπατούσα αμέριμνος στον ήσυχο δρόμο της Φυλής. Λίγο πιο πέρα, στη μέση της ασφάλτου, λαμποκοπούσε αδιάκοπα ένα πνιγμένο συνονθύλευμα από φτερά και σάρκες. Πλησίασα και στάθηκα να το κοιτάζω για ώρα κάτω απ’ τον ήλιο. Μέχρι που στα μάτια μου απλώθηκαν παλλόμενοι κύκλοι χίλιων χρωμάτων. Πριν φύγω έστρεψα το βλέμμα μου ψηλά. «Ήλιε μου, πες μου», σκέφτηκα. «Γιατί πάντα χορεύεις πάνω στο σώμα των νεκρών;»