Προχωράς διστακτικά, η ομίχλη έχει σκεπάσει τον τόπο. Η ματιά σου είναι θολή και τα βήματά σου αβέβαια. Βαδίζεις -κυριολεκτικά- στα τυφλά. Καμιά φορά, με την άκρη του ματιού σου διακρίνεις μερικά κλαδιά να ξεπροβάλουν· τα αποφεύγεις επιδέξια, μα αυτό δεν αρκεί για να νιώσεις ασφαλής. «Μακάρι να είχα έναν συνοδοιπόρο», σκέφτεσαι. Όντως, αυτό θα έκανε το ταξίδι σου πιο εύκολο. Μα, σε αυτό το μονοπάτι είσαι μόνος. Εσύ και η ομίχλη σου. Και πρέπει να συνεχίσεις, αλλιώς το γκρίζο θα σε ρουφήξει μέσα του.
Σε αυτή τη διαδρομή, δεν είναι όλες οι στιγμές ίδιες. Καμιά φορά είσαι σίγουρος και τα βήματά σου σταθερά. Άλλοτε πάλι, διστάζεις να κάνεις το οτιδήποτε. Αυτός ο συνοδοιπόρος μοιάζει πλέον αναγκαίος, μα τίποτα δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
Ξαφνικά, μέσα στο γκρίζο βλέπεις μια σκιά. Είναι δέντρο; Κάποιο ζώο, ή μήπως βράχος; Δεν μπορείς να το γνωρίζεις αυτό, απλά συνεχίζεις. Όσο η απόσταση μειώνεται, η σκιά αποκτά μορφή. Μα δεν ξέρεις πάλι- είναι ο πολυπόθητος συνοδοιπόρος, ή κάποια απειλή;
Συνεχίζεις. Η σκιά όλο και μακραίνει όσο την κυνηγάς, μα συνεχίζει να φαίνεται, έστω και αμυδρά. Μετά από λίγο, ο δρόμος χωρίζεται στα δυο. Η σκιά πάει αριστερά. Εσύ; Τι κάνεις; Υποτάσσεσαι στην περιέργειά σου που σε παρακαλεί να την ακολουθήσεις; Ή μήπως κουράστηκες και την αποχωρίζεσαι; Πας αριστερά και ελπίζεις να αξίζει.
Κάποτε η μορφή εξαφανίζεται. Απογοητεύεσαι και επιχειρείς να γυρίσεις πίσω στην αρχική σου πορεία, μα ο δρόμος είναι άγνωστος και το νέφος πυκνό. Αναγκάζεσαι να συνεχίσεις με την ψυχή στο στόμα.
Ξάφνου, απ’ την ομίχλη ξεπροβάλλει μια ακτίνα. Μια φωτεινή ακτίνα. Είχες καιρό να αντικρίσεις κάτι παρόμοιο, η ομίχλη σε είχε απορροφήσει. Με δυο βήματα, βγαίνεις έξω απ’ το σύννεφο και φτάνεις σε μια λίμνη με κρυστάλλινα νερά. Εύχεσαι να ήταν και η μορφή μαζί σου, να απολαύσετε το θέαμα παρέα. Μα…
Υπήρξε άραγε ποτέ αυτή η σκιά; Ανήκε σε κάποιον; Ή ήταν μια οφθαλμαπάτη, που μόνος σου δημιούργησες από την ανάγκη να ξεφύγεις; Ήταν όντως μια πυξίδα που σου έδειξε το σωστό μονοπάτι; Ή μήπως ένα έναυσμα, για να ακολουθήσεις την πορεία που ήδη υποσυνείδητα είχες επιλέξει; Εκείνη η ανάγκη που ένιωθες ήταν όντως για παρέα, ή μήπως μια σανίδα σωτηρίας;
Εγώ νομίζω όλα μόνος τα έκανες. Αλλά, δεν ξέρεις, ούτε θα μάθεις ποτέ σου. Και δεν χρειάζεται να σε απασχολεί αυτό. Ένα μονάχα έχει σημασία. Απέδρασες από το γκρίζο, και έκανες όλο αυτό το δρόμο που διέσχισες να αξίζει πραγματικά. Έφτασες στη λίμνη σου, και δεν επαναπαύτηκες στο σκοτάδι, μήτε του επέτρεψες ποτέ να σε πάρει μέσα του. Γι’ αυτό και μόνο, αξίζεις συγχαρητήρια.
Ο δρόμος είναι η ζωή σου και η ομίχλη οι δυσκολίες που συνεχώς σε περιτριγυρίζουν. Το θέμα όμως είναι η σκιά. Εσένα, ποια είναι η σκιά σου; Ποιος είναι ο οδηγός σου; Η ελπίδα σου; Είναι κάποιο άτομο, κάποιο όνειρο δικό σου, κάποιο απωθημένο; Ή μήπως είσαι εσύ ο ίδιος;
Εσύ το ορίζεις αυτό…