Κοίτα στα μάτια τους και δες
σπίθες, θαρρείς, πετάνε,
λεν’ οι ήρωες είναι εδώ,
πως δεν τα παρατάνε.
Μ’ αυτά τα μάτια το θεριό
κατάματα αντικρίζουν,
με περισσή πυγμή
το διάβα τους βαδίζουν.
Από τα πρώτα βήματα
ανήφορο ανεβαίνουν
κι όσο η αλήθεια κι αν πονά,
δεν παύουν να επιμένουν.
Τα χέρια σφίγγουν, δυο γροθιές,
οπλίζονται με θάρρος.
Μικροί, γενναίοι μαχητές
στη σκοτεινιά είναι φάρος.
Τα τείχη που υψώνονται
θαρρείς πως κάνουν θρύμματα.
Με υπομονή κι επιμονή
μικρά, γενναία βήματα.
Κοίτα στα μάτια τους και δες
πώς λάμπει η ελπίδα,
με ένα αγνό χαμόγελο
στον πόνο για ασπίδα.
Μπροστά σε τέτοια δύναμη
φτωχές οι λέξεις μοιάζουν.
Ευχές, ελπίδες κι όνειρα
σε μια αγκαλιά φωλιάζουν.
Κι όσα δεν έχουν ειπωθεί,
μια ζωγραφιά τα δείχνει,
πολύχρωμες εικόνες,
σκέψεις που αφήνουν ίχνη.
Άνθη, θαρρείς, π’ αντέχουν,
ριζώνουν και ανθούν.
Για το αύριο με σθένος
και τόλμη πολεμούν.
Στο βλέμμα φλόγα άσβεστη
της θέλησης το φως.
Ολόρθοι στέκουν ήρωες,
όχι «σαν», μα «ως».